14.6 C
Ikaria
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024
- Advertisement -

Ομιλία της κ. Χαρούλας Κοτσάνη στην εκδήλωση για τη ζωή και το έργο του Αλέξη Πουλιανού

Δείτε επίσης

Στην τιμητική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε από τα Ικαριακά Δρώμενα – Φεστιβάλ Ικαρίας την Πέμπτη 20 Οκτωβρίου στο αμφιθέατρο «Ιωάννης Δρακόπουλος» στο κεντρικό κτήριο του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών συμμετείχαν η Φιλόλογος – Ποιήτρια Ηρώ Τσαρνά-Κόχυλα, η τέως Δ/ντρια του Κέντρου Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη και η Δασκάλα Χαρούλα Κοτσάνη.

Ομιλία της κ. Χαρούλας Κοτσάνη

« ο Ικάριος ΑΛΕΞΗΣ ΠΟΥΛΙΑΝΟΣ (1904-1989)»

« Καριώτης κι εγώ του λόου μου από γεννησιμιού μου, έζησα από κοντά τους συμπατριώτες μου, μαζί τους στις χαρές και στις λύπες, στα ξεφαντώματα και τις αναποδιές . Τους έπιανα κουβέντα στο αυλογύρι της εκκλησάς απολείτουργα, στις πεζούλες της αυλής, στους καφενέδες. … ατόφιο χρυσάφι η μιλιά τους, μάρμαρο πελεκητό η φράση τους, χάντρι κεχριμπαρένιο η κάθε τους λέξη…»

Κυρίες & κύριοι / φίλες & φίλοι, Αγαπητή οικογένεια με τα παιδιά και τα εγγόνια που είστε απόψε κοντά μας, να μας θυμίζετε την συνέχεια της γενιάς του…

Αξιότιμο ακροατήριο

ΑΛΕΞΗΣ ΠΟΥΛΙΑΝΟΣ, ο αιώνιος έφηβος της Ικαριακής λαογραφικής μας κληρονομιάς, εδώ και στον δικό μας  χρόνο παρόντα, η μνήμη σου ζωντανή ανάμεσά μας,  έτοιμος να μας τραγουδήσεις ακόμα κι όταν πας να μιλήσεις, έτοιμος να μας τραγουδήσεις ακόμα κι όταν πας να θυμώσεις με τα σημερινά μας καμώματα… κι έχεις δίκιο να θυμώνεις αλλά γνωρίζεις βέβαια πόσο ευγνώμονες σου είμαστε για ό, τι μας άφησες… τόσος κόπος, τόσος ιδρώτας, τόση αγωνία μην χαθεί τίποτα, τόσος δρόμος που πήρες με το «φυλάκι» στον ώμο, μαζεύοντας με άδολη αγάπη και λαχτάρα όλα τα λουλούδια της παράδοσής μας, γυρνώντας ούλη τη Νικαριά από χωριό σε χωριό, από το Δράκανο ίσαμε με τον Πάπα, κι από την Μασαρέ ως τις Ράχες περνώντας υποχρεωτικά απ΄την  Πέραμεριά, ξαποσταίνοντας ίσως στο Μοναστήρι του Μουντέ να ανάψεις κι εσύ όπως όλοι το συνηθίζουμε σαν βρεθούμε εκεί ένα κεράκι στην Παναγία και ναι! το κατάφερες το γέμισες το πανέρι από ατόφιο χρυσάφι, λέξεις, λέξεις, χιλιάδες λέξεις κεχριμπαρένιες από τα λεχτικά λουλουδοτόπια της Νικαριάς…  Τα έδεσες τέλος καλά με μία κορδέλα μην σκορπίσουν και «μπλάσουν» με τον καιρό στα τρίστρατα της σύγχρονης ζωής μας, τα έκανες ένα ωραίο μπουκέτο πολύχρωμο κι ευωδιαστό και τα πρόσφερες μ΄ ευγνωμοσύνη στον «νόμιμο δικαιούχο» τους, στο νοικοκύρη και αφέντη της καριώτικης γης, της Γης των Πατέρων μας, σε όλους εμάς!!!

Γεννημένος σε ένα ακριτικό πλην όμως γραφικό ψαροχώρι, τον Εύδηλο της Ικαρίας στις αρχές του περασμένου αιώνα, 1904, δεχόμενος την παιδεία που απλόχερα του έδωσε η αιγαιοπελαγίτικη αύρα, μα και η  οικογένειά του η οποία ανέδειξε αξιόλογους  πνευματικούς ανθρώπους! από αυτή τη γενεολογική  φύτρα βγήκε κι ο Αριστείδης  Φουτρίδης, αλλά κι ο σπουδαίος ζωγράφος  Δημήτρης Πουλιανός…

Tο Δημοτικό σχολείο το τελειώνει ο Α.Π. στον Εύδηλο, συνεχίζει το Γυμνάσιο στον Άγιο Κήρυκο όπου θα το ολοκληρώσει πια στην Αθήνα. Στη συνέχεια φοιτά στο Οικονομικό Παν. και παίρνει το πρώτο του πτυχίο για να συνεχίσει στο Πάντειο κι αφού ολοκληρώσει με το 2ο αυτό πτυχίο διορίζεται το 1933 στο διοικητικό προσωπικό του Παν/μίου ανήσυχος όμως και διψασμένος για μάθηση και σπουδές γράφεται στη Νομική Σχολή, εδώ δυστυχώς ο πόλεμος τον προλαβαίνει κόβοντας την πορεία του στο 3ο έτος … Ακολουθούν τα μαύρα χρόνια της σκλαβιάς και της κατοχής  κι εκείνος γαλουχημένος από τα ιδανικά της γενιάς του παίρνει ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, μετά  την απελευθέρωση ακολουθούν οι διώξεις για τις πολιτικές του ιδέες, αγωνιστής της Ελευθερίας, της Ειρήνης, της Δημοκρατίας ιδέες που τις υπηρέτησε με συνέπεια ως το τέλος  ανταμείβεται όπως και άλλοι συναγωνιστές με απόλυση και στέλνεται μαζί και τούτος εξορία πού νομίζετε; Από λάθος … στην Ικαρία!!! (είχαν συμβεί και τέτοια ευτράπελα την εποχή εκείνη).   Τότε είναι που γράφει το πρώτο του βιβλίο «ΤΟ ΘΛΑΜΕΝΟ ΝΗΣΙ» αφιερωμένο στον γενέθλιο τόπο περιγράφοντας την δύσκολη βασανισμένη ζωή των Ικαριωτών…

1949 επιστρέφει στην Αθήνα. 1952 επανέρχεται στη θέση του

και  τοποθετείται Γραμματέας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών όπου παρέμεινε μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1967, εδώ μέσα σε αυτό το κτίριο που ανταμώνουμε τώρα βρίσκεται και το δικό του γραφείο… λίγο πριν παραδώσει πήρε από την χούντα άλλη μία «Τιμητική» απόλυση, «διαθεσιμότητα» την είπαν, ως ανεπιθύμητο και πάλι για τα δημοκρατικά του ιδεώδη!

Η μεγάλη κλίση και η αγάπη του όμως παρέμειναν ως το τέλος η λογοτεχνία και η Λαογραφία. Χαρίσματα που κληρονόμησε από τον Πατέρα του Γιατρό  Ιωάννη Πουλιανό τον Γιατρογιάννη όπως τον έλεγαν, τον άριστο χειριστή της τέχνης του Λόγου. Όμως ο γιος στον τομέα αυτό έμελε κατά πολύ να τον ξεπεράσει. Η βαθιά μελέτη όλων των λαογραφικών εργασιών κυρίως των Χατζηδάκη αλλά και Ζολώτα τον βοήθησαν να ολοκληρώσει, να επεξεργαστεί και να ταξινομήσει με επιστημονικό πια τρόπο τις πλούσιες συλλογές του.

Το υλικό που μάζευε επί 35 χρόνια το κατέγραψε στα γεμάτα θησαυρούς βιβλία του:

ΛΑΪΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΙΚΑΡΙΑΣ με εισαγωγή – σχόλια – κείμενα 1964

3/τομο ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΙΚΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΣΤΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ 1976

Για το έργο αυτό τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών το 1979

ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑ μετάφραση σε αιγαιοπελαγίτικο δημοτικό τραγούδι 1984

ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ και πάλι σε αιγαιοπελαγίτικο δημοτικό τραγούδι 1986

ΟΙ ΔΥΟ ΔΡΟΜΟΙ το 1987

Για το συνολικό του έργο τιμήθηκε και από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών της οποίας υπήρξε μέλος.

« Όσες φορές μονάχος μου βρεθώ και συλλοέμαι

Κι΄αποθυμώ και σκέφτομαι κι ανερωτώ τον νου μου

Ίντα λοάτονε  καμός μου δέρνει τημ ψυχή μου

και πνίγει με και σφίγγει με βαθιά στα φυλλοκάρδια

με πιάνουν τ΄αναφυλλητά και τραγουώ και λέω

σαν κλάμα, σαν ανέρισμα, σαμ πόθος σαλ λαχτάρα.

Ν΄ανέβω θέλω στα ψηλά βουνά σου Νικαριά μου

απά στηρ ραχοκοκκαλιά τ΄Αθέρα, στηγ Κεφάλα…

ν΄αναδιπλώνουν τα κλαδιά να θρουν οι φυλλωσές των

Ν΄ανετριχιάζω να θωρώ και να σταυροκοπιέμαι»!

Η γλωσσική μνήμη όπως ανασύρεται με την λαογραφική του σκαπάνη από κάθε εκδήλωση ζωής και δράσης  υποτάσσεται στην ορμή της φυσικής ευταξίας ενώ ταυτόχρονα την μετουσιώνει σε δύναμη ελπίδας γεμίζοντας τον χώρο/χρόνο μας έτοιμοι κι εμείς σε κάθε ώρα να γευτούμε τους ώριμους γλυκούς καρπούς της! Το να διατρέξει κανείς το ποτάμι της γλώσσας χωρίς τον κίνδυνο να χαθεί στα νερά του θέλει γνώση βαθιά, θέλει τόλμη νεανική, θέλει αντοχή και καημό! έτσι μόνο χαίρεσαι το ερωτικό αλισβερίσι μαζί της… κι ο Πουλιανός ξόδεψε μια ζωή για να τιθασεύσει όλο αυτό που του ΄λαχε χωρίς να είναι ο ίδιος Ποιητής έφτιαξε Ποίηση, το έργο του δεν είναι μόνο λαογραφικό αλλά και γλωσσικό ιδιωματικό της Ικαρίας, είναι λογοτεχνία, είναι και Ποίηση, είναι έργο Δωρικό αλλά με ομορφιά Ιωνική, είναι έργο Εθνικό γιατί είναι αληθινό! ο λόγος αν και γραπτός εκφράζεται με μία μουσικότητα, με μία μελωδικότητα που μοιάζει με τραγούδι αργό και μακρόοοσυρτο να! σαν την περπατησά μας, σαν την περπατησά του Καριώτη…

Μέσα απ’ αυτή λοιπόν τη ρύμη το μονοπάτι δλδ ξανακούστηκε ατόφια η φωνή του ακριτικού τούτου λαού σ΄ ένα από τα  ακροθαλάσσια του Ομήρου. Η γλώσσα δεν μαθαίνεται με την σπουδή των λέξεων αλλά με την μελέτη των ανθρώπων. Για θυμηθείτε  όταν εκείνος ο κούφιος σοφός ρωτάει καταφρονητικά τον Σολωμό «γνωρίζεις τα ελληνικά κύριε»;. ο Μέγιστος Ποιητής με κυριαρχημένη οργή απαντάει αντιρωτώντας «γνωρίζεις τους Έλληνες κύριε»; Έτσι όπως κι ο Πουλιανός γνώριζε τους Ικαριώτες γιατί ήταν ένας απ΄ αυτούς, ήξερε τον τρόπο να ξετυλίγει έναν ολόκληρο κόσμο με τον πλούτο που γεννοβολά η ζωή στη φύση αποκαλύπτοντας τα απόκρυφα περάσματα της γήινης υπόστασης του, στάθηκε μία προσωπικότητα που συνεχίζει και θα συνεχίζει με το έργο του να μυεί τους νεώτερους στα μυστικά των προγόνων μας γιατί ακριβώς είναι η συνέχεια, ο ατσαλένιος κρίκος που συνδέει τις γενιές, είναι η γέφυρα τους χτες με το σήμερα, είναι το πέρασμα στο αύριο… για να κατανοήσουμε καλύτερα τέτοιους δημιουργούς πρέπει να προσεγγίσουμε την εποχή τους, το περιβάλλον και τις συνθήκες μέσα στις οποίες και έζησαν, και έδρασαν και έγραψαν.

Η εποχή λοιπόν εκείνη αν και δεν είναι χρονικά τόσο μακρινή είναι όμως πολύ διαφορετική από την σημερινή, την δική μας… Η Ικαρία βρισκόταν ακόμα μακριά από τα κέντρα διοίκησης και καθώς ήταν ξεχασμένη ή και πολιτικά «στιγματισμένη» απ΄ τα νωπά τραύματα της ιστορίας πάλευε να σταθεί μεσοπέλαγα με έναν λαό που πάσχιζε να ζει σε αυτό τον βράχο καταμεσής της θάλασσας, απομονωμένος και αναγκαστικά αυτάρκης. Οι κάτοικοι έπρεπε να έχουν τις δικές τους απαντήσεις σε όλα, φτιάχνοντας έτσι έναν δικό τους, κατάδικό τους ιδιαίτερο πολιτισμό για όλα.

Στο μόνο που στάθηκαν τυχεροί είναι το γεγονός πως κληρονόμησαν κρατώντας ως κόρη οφθαλμού ένα πλέγμα συμπεριφορών και αξιών που αποδείχτηκαν λειτουργικές, αποτελεσματικές και ιδιαίτερα ανθεκτικές στην δύσκολη βιοτή τους. ΠΡΟΣΕΧΤΕ: Αλληλέγγυοι μεταξύ τους, σκληροί στην ιδιοσυγκρασία τους μα ταυτόχρονα φιλόξενοι σε κάθε κατατρεγμένο, δουλευτάδες της γης,  πιστοί στις παραδόσεις κι αρκετά καχύποπτοι στους νεωτερισμούς, γλετζέδες και Ποιητές μαζί με ό,τι καταπιάνονται.      

Αυτόν τον «πολιτισμό» τραγούδησε με το έργο του ο Πουλιανός αυτούς τους ανθρώπους με την πένα του τους εναπόθεσε ευλαβικά ψηλά στο εικονοστάσι των «Ανωνύμων Αγίων» και μας τους παρέδωσε αψεγάδιαστους μέχρι υπερβολής αλλά ακέραιους με όλες τις χάρες που κλιεί η ψυχή τους…  Όπου κι αν πήγαινε πάντα αγαπητός είτε ανάμεσα σε μια ομάδα παιδιών έτσι τον θυμάμαι κάποτε κι εγώ σαν ήρθε στο Γυμνάσιο και μας είπε φέρτε μου ό,τι βρείτε ρωτώντας τις γιαγιάδες και τους παππούδες σας! ή άλλοτε πάλι εκειδά στην αυλή μπροστά στο χητό με το πυργάρι (τι ομορφιά Θεέμου)! με την στρωμένη κουρελού στην πεζούλα, εδώ στον βωμό της φαμέλιας, όπως λέει κι ο άλλος τραβαδούρος της Νικαριάς Νίκος Καστανιάς για την αυλή μας! εδώ, στην πολύχρηστη καθαγιασμένη πέτρα της, στο αυγινό σώσμα της νύχτας όπου ξεκινά ο όρθρος της μέρας από το αρτοφόρι του ταπεινού σπιτιού, με την κρασοψυχιά του παλιού Καριώτη, εδώ κάθεται πολλές φορές κι ο Πουλιανός: να ακούει μόνο να ακούει όσα του έλεγαν οι νοικοκυραίοι ανυποψίαστοι κι οι ίδιοι για τον λεκτικό κυρίως θησαυρό που του εκμυστηρεύονταν!  και τούτος σεμνός μουσαφίρης προσκυνητής αυτής της μυσταγωγίας έμοιαζε να τα καταγράφει μέσα του όσα έρχονταν σαν μακρινούς αντίλαλους απ΄ την εκατόμβη των θεών κι απέ τα τραγούδαγε φεύγοντας μην τυχόν και  ξεχαστούν… τότε ήταν που μετά κάθονταν κι άνθιζαν στα γραπτά του, οι εικόνες, οι άνθρωποι με τις ιστορίες, τα βάσανά τους  και τα τραγούδια τους, και τόσο ζωντάνευε με τα δικά του ανεξίτηλα χρώματα το μεράκι του καριώτη, το ταμάχι του και το πείσμα του να ζήσει εδώ σε αυτή την άκρη με τα φτερά του Ίκαρου πάντα στους ώμους με την διαρκή έγνοια του να αφήσει στους επόμενους: το διπλοσκαμμένο αμπέλι, τη σκολεμένη πεζούλα, το ρουμάνι με την δροσά του, με τα ξύλα και το κλαρί του, το τραγούδι μα και τον χορό του, τον Ικαριώτικο που σήμερα πια η φήμη του έφτασε να  τον χορεύουν στα πέρατα του κόσμου! …  έτσι βιώνει ως μέλος και ο ίδιος αυτής της κοινότητας  κρατώντας πάντα ανοιχτούς λογαριασμούς μαζί της, εδώ έγκειται και η μεγάλη διαφορά από άλλους, ο Πουλιανός  πάσχει ζώντας μαζί από τα μέσα την κοινωνία του νησιού του, μια κοινωνία που έμαθε να πορεύεται πλούσια με τα λίγα περιφρονώντας τα πολλά, που έμαθαν οι άνθρωποί της στα παναήρια που οργανώνουν προς όφελος και πάλι της κοινότητας να ανταμώνουν με δικούς και ξένους, και που όλοι μαζί να πιάνονται σφιχτά παλιότερα από τα χέρια, αργότερα απ΄ τους ώμους για να χορέψουν χτυπώντας την γη λεβέντικα με τα πόδια σα να θέλουν έστω κι έτσι για λίγο να την ξεγελάσουν λέγοντάς της: να, κοίτα μας είμαστε ακόμα πάνω σου –  ζωντανοί! 

Όλα αυτά κι άλλα τόσα σηματοδοτούν τον πολιτισμό της καθημερινότητας μας, αναδεικνύουν αξίες, δίνοντας πραγματικό νόημα στη ζωή μας, Αξίες που μας προσδίδουν το αίσθημα του «Άξιον εστί» της ύπαρξης μας. «Άξιον εστί» ο τρόπος  που ανταμώνουμε, που ενεργούμε, που δινόμαστε αμισθί για τα «κοινά» (κληρονομημένη και τούτη η συνήθεια από παλιά), «Άξιον εστί» που μνημονεύουμε κι έτσι τους αποθαμένους μας,  που απαντάμε στις προκλήσεις των καιρών, που αμυνόμαστε στην κρίση, ίσως κι απ΄ εδώ να πηγάζει η βαθύτερη ανάγκη για τούτη την αποψινή εκδήλωση θύμησης και τιμής μέσα στην δυστοπία των ημερών μας,  ποιος ξέρει;  

Ο Πουλιανός γίνεται άθελά του και Δάσκαλος  με την πλατιά έννοια του όρου, είναι αυτός που μας μαθαίνει μέσα από το έργο του όχι μόνο ν΄ ακούμε, αλλά και να αφουγκραζόμαστε βαθύτερα τα ψιθυρίσματα της ψυχής του λαού μας, μας μαθαίνει ακόμα και πώς να περπατάμε στα ρέματα και στις νεροσυρμές τις ασέληνες καλοκαιριάτικες νύχτες και να μην φοβόμαστε τις καλομοίρες, να ανεβαίνουμε τις πλαγιές της Φάρδης, του Παπουτσοκρύφτη ή της Εριφής όπως κι εκείνος τις ανέβαινε και σαν νυχτωνόμαστε να βρίσκουμε την  «καλοκοιμιτέ» μας, που θα πει: να κάνουμε στρωσίδι τη χλωρασσά με τα λουλούδια και προσκέφαλο την ακισσαρέ, για σκέπασμα ούλο τον ουρανό με τ΄ αστέρια του τον Αύγουστο!!! Εμείς… κι η απεραντοσύνη τους σύμπαντος κόσμου! Κι ανάμεσό τους σιωπή… να γαληνεύει το μέσα μας!!!

κι από κοντά και ο έρωτας πανταχού παρόν, δεν θα μπορούσε να γίνει κι αλλιώς, ο Πουλιανός  παρατηρεί με στοχασμό όχι μόνο τους ανθρώπους αλλά και την φύση και μας περιγράφει σκηνές μαγικές με τον  απρόσκλητο ετούτο επισκέπτη που τις περισσότερες φορές μπαινοβγαίνει με την άνεση και το ύφος αφέντη παντού! Ακούς εκεί πράματα!!! Ίσως, σκέπτομαι, κι ο Ηράκλειτος ο σκυθρωπός εκείνος προσωκρατικός  από την γειτονική μας την αντικρινή  Ιωνία την ώρα που θα κοιτούσε τον ίδιο ουρανό, που θα βρεχόταν απ΄ την ίδια θάλασσα, που θα αγνάντευε τα ίδια βουνά τότε  και να είχε πει  πως:  «ο κόσμος είναι μοναδικός, αιώνιος και αδημιούργητος αλλά καθόλου ακίνητος». κάπως έτσι μας αποχαιρετά απόψε κι ο Λαογράφος της Ικαρίας, ο Υμνωδός της,  ο δικός μας  Αλέξης Πουλιανός!  

«Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΠΕΛΕΚΗΤΟΣ ΣΟΤΡΟΠΟΣ ΑΓΚΩΝΑΡΙ, ΠΟΥ ΣΤΗΝΕΙ ΜΙΑ ΚΑΝΤΟΥΝΩΣΕ ΚΑΙ ΠΟΥ ΣΤΕΡΙΩΝΕΙ ΚΑΣΤΡΟ»!  Θέτε απόδειξη; Ακούστε τον…

«…Γυρνώντας τα βουνά της Νικαριάς θα δεις ξεμοναχιασμένα σε κανένα βράχο από κάτω, λίγα, μια χερέ λουλουδάκια. Είναι κολλητά, αδερφωμένα το ένα με τ΄ άλλο  κι έτσι δεν τα τσακίζει ο αγέρας και οι  νεροσυρμές. Όλα δε μαζί ακουμπούν πάνω στο μεγάλο φύτρο, στη μελισπακιά, που σαν στοργική Μάνα τα προστατέβγει απ΄ την καταιγίδα. Πολλές φορές ένα ζευγάρι φτερωτά ζουζουνάκια ξεχασμένα αφ΄την ερωτική των περίπτυξη, τα πασύρει ο άνεμος, τα ξορίζει ψηλά στο βουνό. Τρομαγμένα από το ξάφνιασμα, πετούνε ανήσυχα παν΄ αφ΄τα λουλούδια. Ο βουϊτός τους είναι μια θερμή ικεσία για καταφύγιο και σωτηρία. Τότες τα λουλούδια πονετικά ανοίγουν τα πέταλα τους και γίνονται λίκνο να πλαγιάσουν τα ζουζουνάκια και να χαρούν ξέγνοιαστα τον έρωτά τους…. Όταν γυρίσεις ΕΣΥ και δεις αυτή την απέριττη εικόνα και στοχαστείς τότε θα πάρεις απάντηση στα αναπάντητα… Απ΄ αφτήν εδώ την γωνιά του «αθέρα» θα νοιώσεις, θα εμβαθύνεις θα καταλάβεις: Τι είναι δίκιο, ηθική, λευτεριά, αλληλεγγύη, Τι είναι ΑΓΑΠΗ στον διπλανό σου…»…

ευχαριστώ για την προσοχή σας

Χαρούλα Κ. Κοτσάνη 20/10/2022

- Advertisement -spot_img

More articles

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments
- Advertisement -spot_img

Latest article

- Advertisement -spot_img